Το Life Story του Γκόικο ΤσίμιροτΤο μέρος ειδυλλιακό. Σ’ ανάγκαζε να το αγαπήσεις για τη φυσική του ομορφιά, αλλά και να νιώσεις εγκλωβισμένος από την έλλειψη προοπτικής. Όταν είσαι νέος, άλλωστε, ψάχνεις κάτι παραπάνω από μια ξέγνοιαστη βόλτα κι ένα καλό σημείο για να καθίσεις με την παρέα σου και να κουβεντιάσετε άσκοπα επί ώρες. Ο μοναδικός τρόπος για να φύγει ο Γκόικο από το γραφικό, αλλά μικρό για εκείνον Τρέμπινιε, ήταν το ποδόσφαιρο.
Είχε την οξυδέρκεια να το συνειδητοποιήσει νωρίς και την ικανότητα να το πετύχει. Με το δικό του τρόπο και τις αρχές που του πέρασαν οι γονείς του. Ο Ράντοσλαβ και η Μίλιτσα, οι οποίοι παραμένουν «δέσμιοι» της θαλπωρής της μικρής βοσνιακής πόλης και καμαρώνουν τον γιό τους. «Να είσαι πάντα ο εαυτός σου, να μην έχεις έπαρση, να σέβεσαι τους άλλους και να μην ξεχνάς την οικογένειά σου», ήταν η πιο συχνή συμβουλή που του έδιναν όταν ήταν παιδί. Την τηρεί ευλαβικά. Ο Τσίμιροτ αποτελεί μια από τις πλέον συμπαθείς φιγούρες στ’ αποδυτήρια του ΠΑΟΚ.
Πάντα χαμογελαστός, πρόθυμος ν’ ακούσει, να μάθει, να βοηθήσει, να εξελιχθεί ως προσωπικότητα κι ως άνθρωπος.
Τον άτυπο ρόλο του πατέρα στις αρχές της σεζόν σε αυτό το πρώτο εγχείρημα μακριά από τη Βοσνία είχε αναλάβει ο Ίγκορ Τούντορ. .που ήταν απόλυτα ικανοποιημένος από την ανταπόκρισή του. Το δύσκολο πρώτο διάστημα του τραυματισμού του ο Βόσνιος ποδοσφαιριστής δούλεψε σκληρά για να επανέλθει σε καλή κατάσταση, αλλά και για να χάσει τα 2-3 παραπανίσια κιλά που είχε στο – άγουρο ακόμα σε συνθήκες πρωταθλητισμού – κορμί του, προκειμένου να φτάσει στα επιθυμητά επίπεδα ετοιμότητας.Κοπάνα με… πλάτεςΕπόμενο στοίχημα για τον 11888 MVP του Δεκεμβρίου είναι να μάθει αγγλικά προκειμένου να συνεννοείται πιο εύκολα με τους συμπαίκτες του. Τα μαθήματα, βέβαια, δεν είναι το δυνατό του σημείο. «Ήμουν καλός μαθητής μέχρι ν’ αρχίσω να παίρνω πιο σοβαρά την ενασχόλησή μου με το ποδόσφαιρο, μετά δεν έδωσα μεγάλη σημασία», λέει ο ίδιος στο Toumba Magazine. Η στροφή αυτή συνέβη όταν ήταν 12 χρονών. Έπειτα από πενταετή θητεία στις ακαδημίες της Λέοταρ, της ομάδας της πόλης και με πρότυπο τον μεγαλύτερο αδερφό και συμπαίκτη του, τον Μίλοραντ, ο Γκόικο άρχισε να φαντάζεται το μέλλον του γύρω από το ποδόσφαιρο. Αυτομάτως η συγκέντρωση στο σχολείο πήγε περίπατο. «Μου άρεσε το σχολείο, μου άρεσε η Γεωγραφία ιδιαίτερα, αλλά το ποδόσφαιρο μου άρεσε περισσότερο».
Η έλλειψη προσοχής συνοδεύτηκε από κοπάνες, τη μοναδική σκανδαλιά που ο ήσυχος Γκόικο έβαλε στο πρόγραμμά του. «Μαθαίναμε πότε θα είχαμε τεστ ή διαγώνισμα και με τους φίλους μου δεν πηγαίναμε στο σχολείο». Σε μια κλειστή κοινωνία όπως το Τρέμπινιε όπου οι περισσότεροι γνωρίζονται με το μικρό τους όνομα, όταν μια παρέα πιτσιρίκια τριγυρίζει άσκοπα εν ώρα σχολείου δεν είναι δα κανένα επτασφράγιστο μυστικό. Τα νέα έφταναν, λοιπόν, στ’ αυτιά του μπαμπά και της μαμάς, αλλά ο Γκόικο είχε εξασφαλισμένο… άλλοθι. «Ένας από τους προπονητές μου στη Λέοταρ επειδή με συμπαθούσε και πίστευε ότι έχω ταλέντο, με κάλυπτε στους γονείς μου λέγοντας πως δεν πήγα σχολείο για να κάνω ειδική προπόνηση μαζί του». Και οι γονείς του έκαναν πως το πίστευαν με την ελπίδα αυτή η… ειδική προπόνηση να έχει αποτέλεσμα.
Καθιέρωση με μεταγραφήΤ’ αποτελέσματα δείχνουν πως είχε! Πριν καν ενηλικιωθεί (δεν ήταν ούτε 17) και τελειώσει το σχολείο, ο μικρός Τσίμιροτ πραγματοποιούσε το ντεμπούτο του στην πρώτη ομάδα της Λέοταρ. Πάντα πλάι στον αδερφό του. «Θυμάμαι ότι τα πόδια μου έτρεμαν, αλλά μετά από λίγα λεπτά τα ξέχασα όλα και νόμιζα ότι έπαιζα με τους φίλους μου». Αυτή του η άνεση στον αγωνιστικό χώρο τον καθιέρωσαν στη Λέοταρ και οι συγκρίσεις – δεν είναι μόνο ελληνικό φαινόμενο – με τον Μίραλεμ Πιάνιτς έκαναν δειλά, δειλά την εμφάνισή τους. Το Τρέμπινιε πλέον δεν τον χωρούσε. Έτσι, μετακόμισε ποδοσφαιρικά στο Σαράγεβο. Στη μεγαλύτερη ομάδα της Βοσνίας. Εκεί όπου το ταλέντο του ξεδιπλώθηκε ακόμα καλύτερα, λόγω του ελεύθερου ρόλου που είχε στη μεσαία γραμμή. Ως σύγχρονος bοx to box μέσος με πληθωρική παρουσία στη μεσαία γραμμή και καλές εμφανίσεις στα ευρωπαϊκά ματς της Σαράγεβο, δεν άργησε να κερδίσει την κλήση του στην Εθνική Βοσνίας και τη γνωριμία με τον πραγματικό Πιάνιτς. Εκείνος που τον θάμπωσε, βέβαια, ήταν ο Έντιν Ντζέκο.
Οι προτάσεις κι ο ΠΑΟΚ
Αν είσαι νέος, ταλαντούχος, Βόσνιος και μάλιστα διεθνής ποδοσφαιριστής, το όνομά σου χτυπάει σαν αλέρτ στα smartphones των μάνατζερ. Κάπως έτσι, οι κερκίδες της Σαράγεβο γέμισαν ατζέντηδες για να δουν από κοντά τον αεικίνητο Τσίμιροτ, ο οποίος έσπαγε τα μηχανάκια στις εργομετρικές εξετάσεις γύρω από την πρόσληψη οξυγόνου από τον οργανισμό και τις αντοχές του. Λιλ, Αμβούργο, Βασιλεία, Ερυθρός Αστέρας, Γκενκ, Φράιμπουργκ έκαναν προσέγγιση για να τον κάνουν δικό τους.
Εκείνος, έπειτα από ένα σίριαλ το οποίο διήρκεσε πάνω από ένα μήνα, επέλεξε τον ΠΑΟΚ. «Ηταν μια δύσκολη περίοδος για μένα», μας εξηγεί και προσθέτει: «Είχα προτάσεις από ομάδες και δεν ήταν εύκολο, ούτε ωραίο όπως μπορεί να νομίζει κάποιος. Υπήρχε πολύ στρες. Ήρθα στον ΠΑΟΚ γιατί θεώρησα πως είναι η καλύτερη επιλογή για να βελτιωθώ ως ποδοσφαιριστής, αλλά και για τη συνέχεια της καριέρας μου. Η απόφαση ήταν δική μου. Οι γονείς μου με στήριξαν, αλλά είμαι αρκετά μεγάλος για ν’ αναλάβω την ευθύνη των επιλογών μου».
Αυτή η σοβαρότητα είναι που τον διακρίνει και στην καθημερινότητά του στον ΠΑΟΚ. Ακολουθεί ευλαβικά το πρόγραμμά του, μοιράζει τον ελεύθερο χρόνο του ανάμεσα στην κοπέλα του, που το μεγαλύτερο διάστημα μένει μαζί του στη Θεσσαλονίκη και τους φίλους του – με πρώτους τους Λέοβατς , Μυστακίδη – ενώ αγνοεί επιδεικτικά τη νυχτερινή ζωή της πόλης. Γνωρίζει, άλλωστε, πως για να πετύχει το στόχο του, που είναι να κάνει μεγάλη καριέρα, πρέπει να προσαρμόσει τη ζωή του ανάλογα. Ειδάλλως, θα έμενε στο Τρέμπινιε…