Ας ποσταρω και αυτο το επικο ποιημα..... Ειναι κριμα να βρισκεται μονο στο τοπικ των ψευτο-πρωταθλητων....
Πάνω στου Ολύμπου τις κορφές
κάτω από ένα πλατάνι
καθότανε ο Δίας μας σε ξύλινο ντιβάνι
Όπως λοιπόν καθότανε κι έσπαγε ένα καρύδι,
είδε ένα αγόρι αλλιώτικο, τον λέγαν Γανυμήδη.
Ο π####ς του ήταν μικρός και το μαλλί του μαύρο
κι ο Δίας αποφάσισε να τον φωνάζει Γαύρο.
Ο Γαύρος ήταν πουσταράς μα και μεγάλος μούλος
και από εκείνο το πρωί του Δία έγινε δούλος.
Τον έντυνε, τον καθάριζε, του χτένιζε τα ......φρύδια
μα ένα πράγμα ζήταγε, τα τριχωτά του @@δια.
Κάθε πρωί που πήγαινε, βόλτα απ’ το λιμάνι
φόραγε στο κεφάλι του, από συκιά στεφάνι.
Τους ναυτικούς τους γούσταρε με τον μεγάλο π####ο,
σχέση παράνομη έκανε με ένα βαρβάτο μούτσο.
Μόλις ο Δίας το’ μαθέ τα πήρε στο κρανίο,
τρελάθηκε και έτρεχε σαν άγριο θηρίο.
Τον κάλεσε τον έβρισε, τον έκανε ξεφτίλα,
και η λουλού ερεθίστηκε από τη βαρβατίλα.
Να φύγεις ρε του φώναξε να πάς απ’ τον Περαία,
που έχει κι’ άλλες αδελφές να κάνετε παρέα.
Ο π*στης έκλαψε πολύ, κυλήστηκε στο χώμα,
στον κώλο του ορκίστηκε ότι θα βάλει πώμα.
Τον όρκο όμως πάτησε σαν πήγε στο λιμάνι,
τσιμπούκια μα και πισωκολλητά ξεκίνησε να κάνει.
Στις πίπες στην περιοχή, ήταν λαμπρό αστέρι,
με γκόμενο σαν έβγαινε κρατιόταν χέρι-χέρι.
Αυτά όμως δεν έφταναν και ήθελε και φράγκα,
μπ@@δέλο τότε άνοιξε και φόραγε και τάνγκα.
Όλα για αρχή ήταν καλά, είχε πολλούς πελάτες,
η κίνηση όμως έσπασε κι απ’ έξω μόνο γάτες
Πώς να το αλλάξει όλο αυτό σκεφτόταν η κυρία,
η ιδέα του ήρθε ξαφνικά, να κάνει μια θυσία.
Τον Ποσειδώνα κάλεσε για να τον βοηθήσει κι άμα δε γίνει σκέφτηκε ίσως να με γ@##$ει.
Ο Ποσειδώνας φάνηκε με τρίαινα στο χέρι
απ’ έξω απ’ το μπ@@δέλο του ‘’ΤΟΥ ΠΟΥΣΤΗ ΤΟ ΛΗΜΕΡΙ’’.
Την τρίαινα θαύμασε η λουλού την κοίταζε με δέος,
‘’Πωπώ τι καύλα’’ σκέφτηκε ‘’μακάρι να ήταν πέος’’.
Απ’ το Θεό της θάλασσας του ζήτησε καράβια,
να στέλνει αυτός στον Πειραιά γεμάτα παλικάρια.
Τότε ο Θεός το σκέφτηκε και του’ κάνε τη χάρη,
γιατί τον Δία ήθελε πολύ να τον πικάρει.
Ναύτες περάσανε πολλοί με βάρκες ή με στόλο
κι ο ΓΑΥΡΟΣ μας συνέχιζε να δίνει πάντα κώλο.
Η φήμη του τεράστια η χάρη του μεγάλη,
ήταν ο πρώτος που έβαλε στον κώλο του μπουκάλι.
Να ξεχωρίζει όμως ήθελε από τα άλλα μπουρδέλα
και τότε σκέφτηκε λοιπόν να φτιάξει μια ταμπέλα.
Για σήμα το κεφάλι του με της συκιάς στεφάνι,
αφού έτσι τον ήξεραν πελάτη πλέον δεν χάνει.
Έτσι λοιπόν συνέχισε χιτώνα να σηκώνει
αφού δεν είχε τίποτα μπροστά στο παντελόνι.
Τα χρόνια έτσι πέρασαν και δούλευε με ζήλο
και που και που το γούσταρε να τρώει πολύ ξύλο.
Ήρθε η στιγμή που πέθανε μετά από κάποια χρόνια
και στην κηδεία μαζεύτηκαν χιλιάδες τα πουστρόνια.
Ένα αντίο να του πουν και να τον χαιρετίσουν,
τέτοιο μεγάλο πουσταρά δε θα ξαναγνωρίσουν.
Σεισμοί, λοιμοί, καταστροφές, οι άνθρωποι ζήσαν πόνο,
το σήμα του όμως έμεινε για πάντοτε στο χρόνο.
Στο 25 φτάσαμε του 1900,
τότε της μόδας ήταν οι φούστες με τα κρόσσια.
Το 25 ήταν γνωστό σαν τη χρονιά των GΑY,
συνέδριο έκαναν λοιπόν και μίλαγαν για Πέη.
Για γκόμενους συζήταγαν και για κ@@λιά μεγάλα,
τους ήρθε τότε στο μυαλό ένα άθλημα με μπάλα.
Ποδόσφαιρο το λέγανε και παίζαν μόνο άντρες,
σε αλάνες δίχως τάπητα και γύρω γύρω μάντρες.
Το πήραν τότε απόφαση να φτιάξουν μια ομάδα
να ενωθούν οι πούστηδες σε όλη την Ελλάδα.
Το κόκκινο αποφάσισαν για της στολής το χρώμα,
για να ταιριάζει όμορφα στων κύναιδων το σώμα.
Σαν σήμα αποφάσισαν να βάλουν το κεφάλι,
του Γανυμήδη που ήτανε λούγκρα πολλή μεγάλη.
Όμικρον Σίγμα Φι και Πί ήταν τα αρχικά τους,
το γράμμα Πι συμβόλιζε για πάντα την πουστιά τους.
Έτσι λοιπόν γεννήθηκε στην τρούμπα σε πορνείο
η ιστορία η βρώμικη γι αυτό το σωματείο.
Τώρα λοιπόν γνωρίζετε ποια είναι η αλήθεια
κι όχι αυτά που λέγονται που είναι παραμύθια.
Θρύλος δεν ήτανε ποτέ, για πάντα θα ναι ΘΡΗΝΟΣ,
ψεύτης ξεφτίλας χάρτινος ο σύλλογος εκείνος.
Στο τέλος φτάσαμε λοιπόν με τη Γανυμηάδα,
για την ντροπή του αθλητισμού σε όλη την Ελλάδα,
που ‘εχει ρουφιάνους και λαγούς απόγονους του στόλου,
τους γαύρους τα κοτόπουλα τους οπαδούς του κώλου!!!!