Η ομαδάρα του ΠΑΟΚ, που διέλυσε τη ΛυώνΟ ΠΑΟΚ της σεζόν 1973-74 έφτασε στους «8» του κυπέλλου κυπελλούχων Ευρώπης, κατέκτησε το κύπελλο Ελλάδας, γενικά ήταν μια ομάδα που σάρωνε τα πάντα στο διάβα της και δύο χρόνια αργότερα θα στεφθεί πρωταθλήτρια Ελλάδας.
Πριν σαράντα τρία χρόνια, στις 7 Νοεμβρίου του 1973, οι «αετοί» του Λες Σάνον υποχρέωναν την Ευρώπη να υποκλιθεί και τη γαλλική Ολιμπίκ Λυών να υποστεί μια από τις πιο βαριές ήττες στην ιστορία της.
Στο 4-0 της Τούμπας ο ΠΑΟΚ ήταν απ’ άλλον πλανήτη! Ένα ματς που δεν μεταδόθηκε τηλεοπτικά, οι εικόνες και οι μνήμες είναι σκόρπιες για μια μαγική βραδιά, όπου το ενθουσιώδες ασπρόμαυρο κοινό μάγεψε τους πάντες σκορπώντας στον αέρα χιλιάδες άσπρα καθίσματα από φελιζόλ.
Στο 26’ ο Δημήτρης Παρίδης γίνεται ένα με το χορτάρι, ύστερα από την σέντρα του Χρήστου Τερζανίδη, στέλνοντας την μπάλα να αναπαυθεί στην εστία του Σοβό. Δέκα λεπτά αργότερα ο Σταύρος Σαράφης κερδίζει πέναλτι, μετά από μαρκάρισμα του Κασιονί, με τον Αχιλλέα Ασλανίδη να κάνει το 2-0. Ο «Καίσαρας» του ΠΑΟΚ θα δημιουργήσει, μαζί με τον Κούλη Αποστολίδη, το 3-0 με σκόρερ ξανά τον Παρίδη, θα χάσει μια μοναδική ευκαιρία για το 4-0, που θα πετύχει τελικά στο 81’ ο Χρήστος Τερζανίδης με το ομορφότερο γκολ του με τη φανέλα του ΠΑΟΚ: Ξεκινώντας πίσω από το κέντρο, αδειάζει τέσσερις Γάλλους και προλαβαίνει την έξοδο του Σοβό πλασάροντας στην αριστερή γωνία.
Το ποιοι (υπ)έγραψαν εκείνη την ανεπανάληπτη νίκη, αξίζει να τους θυμηθούμε έναν προς έναν. Σχηματίστε στο μυαλό σας ένα ποδοσφαιρικό γήπεδο και βάλτε τον ΠΑΟΚ, όπως συνήθως τον έβαζε τότε ο Λες Σάνον, σε σχηματισμό «4-3-3». Στέφας κάτω από τα δοκάρια, Γούναρης (δεξιά), Πέλλιος και Φουντουκίδης κεντρικοί αμυντικοί, Ιωσηφίδης (αριστερά) η τετράδα της άμυνας. Τερζανίδης, Σαράφης, Κούδας η τριπλέτα της μεσαίας γραμμής. Δεξιά στην επίθεση ο Παρίδης, αριστερά ο Ασλανίδης και σέντερ φορ ο Κούλης Αποστολίδης.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΣΤΕΦΑΣ: Έκανε τα πρώτα του ποδοσφαιρικά βήματα στην Κόρινθο και το καλοκαίρι του 1972, σε ηλικία 23 ετών, αποκτήθηκε από τον «Δικέφαλο». Ματς-σταθμός στον ΠΑΟΚ ο τελικός κυπέλλου το 1974 κόντρα στον Ολυμπιακό. Υπερασπίστηκε σε 60 αγώνες την ασπρόμαυρη εστία, πριν αποχωρήσει το 1975, αφού η καριέρα του στιγματίστηκε από το περίφημο 3-5 της Παναχαϊκής στην Τούμπα, για να επιστρέψει και να ξαναφορέσει τη φανέλα της Κορίνθου έως το 1982. «Έφυγε» από τη ζωή στις 17 Ιουλίου 2010 σε ηλικία 61 ετών, μετά από «μάχη» έξι μηνών με την «επάρατη νόσο».
ΓΙΑΝΝΗΣ ΓΟΥΝΑΡΗΣ: Πήγε στον ΠΑΟΚ από τη Δόξα Νεαπόλεως το καλοκαίρι του 1970 και καθιερώθηκε αμέσως στην ενδεκάδα από την οποία σπάνια έλειψε μέχρι και το 1982, όταν συμπλήρωσε δωδεκαετία και μεταγράφηκε στον Ολυμπιακό. Σε ηλικία μόλις 19 ετών έκανε ντεμπούτο στην Εθνική ομάδα (27 συμ.), ενώ με τη φανέλα του «Δικεφάλου» κατέγραψε 377 συμμετοχές, με 8 γκολ. Εργάστηκε κι ως προπονητής στον ΠΑΟΚ την σεζόν 1991-’92.
ΚΩΣΤΑΣ ΙΩΣΗΦΙΔΗΣ: Ο ποδοσφαιριστής που στα χέρια του σήκωσε τους τέσσερις από τους έξι τίτλους του ΠΑΟΚ. Από τη Βυρώνεια Σερρών βρέθηκε το 1971 στην Τούμπα και έκλεισε την πετυχημένη καριέρα του ως αρχηγός της πρωταθλήτριας ομάδας του 1985, με 397 συμμετοχές και 5 γκολ στα 14 συνεχόμενα χρόνια παρουσίας του στο αριστερό άκρο της άμυνας. Ένα από τα κορυφαία αριστερά μπακ, που ανέδειξε το ελληνικό ποδόσφαιρο, μέτρησε 51 συμμετοχές στην Εθνική ομάδα. Από το 2005 βρίσκεται στον ΠΑΟΚ και συνεχίζει να προσφέρει τις υπηρεσίες του ως γενικός αρχηγός της ομάδας Κ-20.
ΦΙΛΩΤΑΣ ΠΕΛΛΙΟΣ: Ο σημερινός πρόεδρος του συλλόγου βετεράνων ποδοσφαιριστών του ΠΑΟΚ, βρέθηκε από τα Κύμινα Θεσσαλονίκης στην Τούμπα σε ηλικία μόλις 16 ετών και συνέδεσε το όνομά του ως βασικός κεντρικός αμυντικός της ομάδας για πάνω από μια δεκαετία. Κατέκτησε το κύπελλο (1974) και το πρωτάθλημα (1976), αλλά η κόντρα του με τον Γιώργο Παντελάκη τον οδήγησε το 1984 να εγκαταλείψει απογοητευμένος την καριέρα του, αφού νωρίτερα το όνομα του συνδέθηκε με τον υποβιβασμό, λόγω δωροδοκίας, του Ηρακλή στη Β’ Εθνική το 1980. Κι όλα αυτά για έναν αγώνα (ημιτελικό κυπέλλου) τον Μάιο εκείνης της χρονιάς στον οποίο δεν είχε δικαίωμα να αγωνιστεί... Συνολικά έπαιξε σε 222 παιχνίδια πρωταθλήματος (4 γκολ) με τη φανέλα του ΠΑΟΚ.
ΑΡΙΣΤΑΡΧΟΣ ΦΟΥΝΤΟΥΚΙΔΗΣ: Αληθινό φόβητρο για τους αντιπάλους, πραγματικό «τοίχος» της ασπρόμαυρης άμυνας. Κέρβερος! Λεβέντης! «Ο πιο πιστός ποδοσφαιριστής για το μεγαλείο του ΠΑΟΚ. Αποτελούσε τον μπασίστα της ορχήστρας μας», είχε πει γι’ αυτόν ο Αχιλλέας Ασλανόδης την ημέρα, 8 Ιουλίου του 2007, που εντελώς ξαφνικά άφησε την τελευταία του πνοή από ανακοπή καρδιάς σε ηλικία 65 ετών. Όταν υπέγραψε στον ΠΑΟΚ, το καλοκαίρι του 1966, ερχόμενος από τη ΜΕΝΤ, κι έχοντας κάνει τα πρώτα του ποδοσφαιρικά βήματα στον Απόλλωνα Καλαμαριάς, πήρε ως πριμ υπογραφής «ένα πεντακοσάρικο» από τον Γιώργο Παντελάκη. Έμεινε πιστός φύλακας των ιδανικών του «Δικεφάλου» για μια δεκαπενταετία, αρχικά ως ποδοσφαιριστής (1966-1978) και μετά ως βοηθός προπονητή του αείμνηστου Γκιούλα Λόραντ. Έπαιξε σε 335 αγώνες Α' Εθνικής και πέτυχε 18 γκολ.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΤΕΡΖΑΝΙΔΗΣ: Το ασπρόμαυρο «μηχανάκι» του ΠΑΟΚ. Ένας πληρέστατος χαφ υψηλότατου επιπέδου για την εποχή του, η «ψυχή» και η κινητήριος δύναμη της μεγάλης ομάδας του ’70. Αποκτήθηκε από τον Ορφέα Ελευθερούπολης το καλοκαίρι του 1968, περίοδος που στην Τούμπα θα φτάσουν ο Αχιλλέας Ασλανίδης, ο Δημήτρης Παρίδης και ο Γιώργος Κούδας θα επιστρέψει για μόνιμη εγκατάσταση. Εναντίον της Λυών ήταν αυτός που μ’ ένα άπιαστο σουτ ισοφάρισε σε 1-1 στο 3-3 του «Ζερλάν». Κατέκτησε ένα πρωτάθλημα (1976), δύο κύπελλα (1972, 1974) πριν αποχωρήσει το 1977 και αγωνιστεί μέχρι το 1981 με τη φανέλα του Παναθηναϊκού. Επέστρεψε στη Θεσσαλονίκη και έκλεισε την καριέρα του παίζοντας για τον Μακεδονικό μέχρι τα 38 του χρόνια. Στον ΠΑΟΚ αγωνίστηκε σε 236 ματς πρωταθλήματος (13 γκολ), σε 39 παιχνίδια κυπέλλου (4 γκολ) και σε 11 αγώνες στην Ευρώπη (2 γκολ). Συνολικά υπήρξε 27 φορές διεθνής, σκοράροντας 1 γκολ, ενώ πέρασε και ως προπονητής (1990-1991) από τον πάγκο της ομάδας.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΑΡΙΔΗΣ: Ήταν ένας ευφυείς και ταχύτατος ποδοσφαιριστής -τόσο πολύ που δεν υπήρχε άλλος πιο γρήγορος εκείνη την εποχή- με εκπληκτική τεχνική κατάρτιση που δίκαι κατατάσσεται στα ιερά τέρατα του ελληνικού ποδοσφαίρου. Ο αγαπημένος «Μητσάρας» των φίλων του «Δικέφαλου του Βορρά», που δυστυχώς «έφυγε» από τη ζωή στις 22 Αυγούστου του 2015, σε ηλικία 70 ετών. Γεννήθηκε στις 20 Σεπτεμβρίου 1945 στον Άγιο Ανδρέα Καβάλας και το 1968 πήρε μεταγραφή από τον ΑΟ Καβάλας για τον ΠΑΟΚ, που τον «έκλεψε» μέσα από τα χέρια του «αιώνιου αντιπάλου», Άρη. Κεντρικό πρόσωπο του επικού 4-0 με τη Λυών. Σκόραρε τα δύο από τα τέσσερα γκολ του «Δικεφάλου» στην κορυφαία, ίσως, παράσταση των ασπρόμαυρων στην Ευρώπη. Αγωνίστηκε στον ΠΑΟΚ μέχρι το 1977 και συμμετείχε σε 183 ματς πρωταθλήματος (έζησε τη χαρά της κατάκτησης του πρώτου τίτλου πρωταθλήματος το 1976 ), στα οποία σημείωσε 49 γκολ. Μέτρησε ακόμη 31 αγώνες κυπέλλου (19 γκολ) και γεύτηκε τη χαρά δύο κατακτήσεων το 1972 και 1974. Την περίοδο 1972 ως 1975 έπαιξε και στην Εθνική, κάνοντας έξι συμμετοχές.
ΣΤΑΥΡΟΣ ΣΑΡΑΦΗΣ: Ο «Καίσαρας» του ΠΑΟΚ και του ελληνικού ποδοσφαίρου. Ο κορυφαίος σκόρερ στην ιστορία του συλλόγου με 136 γκολ πρωταθλήματος στο ενεργητικό του μερικά εκ των οποίων αποτελούν το απόλυτο «χαϊ λάιτ» της ένδοξης 90χρονης ιστορίας του. Κι όλα αυτά παίζοντας ως χαφ, φορώντας σχεδόν πάντα τη φανέλα με το νούμερο «8» στην πλάτη. Βρήκε δίχτυα και στο 3-3 του «Ζερλάν», ενώ αγωνίστηκε σε 358 παιχνίδια πρωταθλήματος (136 γκολ), σε 54 ματς κυπέλλου (26 γκολ), ενώ σε 21 ευρωπαϊκά ματς σκόραρε άλλες 8 φορές. Σύνολο: 433 αγώνες – 170 γκολ. Η απόκτηση του από τον ΠΑΟΚ το καλοκαίρι του 1967, ήταν ένα ακόμη σήριαλ, με την εμπλοκή του Άρη, ενώ παρότι του δόθηκε πολλές φορές η ευκαιρία να αποχωρήσει από την Τούμπα, δεν το έκανε ποτέ. Στις 26 Αυγούστου του 1981 έγινε το αποχαιρετιστήριο παιχνίδι του σε φιλικό αγώνα του ΠΑΟΚ με την εθνική ομάδα (αγωνίστηκε μαζί της 32 φορές και σκόραρε 7 φορές) που δυστυχώς δεν έγινε σε γεμάτη Τούμπα όπως θα του άξιζε. Έκανε τα πάντα για τον ΠΑΟΚ. Προπονητής, μάνατζερ, γενικός αρχηγός, όπως τώρα στην ομάδα Κ-17 του συλλόγου.
ΚΟΥΛΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΔΗΣ: Ο «Αμερικάνος» και ο «επιστήμονας», έμοιαζε με τη φωνή της ηρεμίας, σε μια ομάδα που βρέθηκε, το 1963, σε ηλικία 17 ετών, αλλά με πρώτη προτεραιότητα τα μαθήματα και το σχολείο εξ ου και η πεντάχρονη απουσία του (1966-1971) όταν μετακόμισε στις ΗΠΑ, για να σπουδάσει με υποτροφία πληροφορική και διοίκηση επιχειρήσεων στο Πανεπιστήμιο του Σαν Φρανσίσκο. Ένα παιδί από τις εργατικές κατοικίες της Αγίας Κυριακής στη Χαριλάου, υπέγραψε κατά τύχη, λόγω του Νίκου Γκολέμα και του Δούκα Ασίκη, στον ΠΑΟΚ, όπου έμεινε μέχρι το τέλος της καριέρας του το 1979 έπειτα από έναν τραυματισμό σε παιχνίδι με αντίπαλο τον ΠΑΣ στα Γιάννινα. Το ντεμπούτο έγινε τον Δεκέμβριο του 1963, στην ίδια φουρνιά με τον Κούδα, έπαιξε ως σέντερ φορ, αλλά μετά την κατάκτηση του πρωταθλήματος το 1976 γύρισε και αγωνίστηκε ως χαφ και προς το τέλος ως κεντρικός αμυντικός. Συμπλήρωσε 484 συμμετοχές και 78 γκολ με την ασπρόμαυρη φανέλα, ευστοχώντας στο τελευταίο, όπως το ζήτησε ο ίδιος από τον Σάνον, πέναλτι στον τελικό του κυπέλλου το 1974, με τον Ολυμπιακό στη Νέα Φιλαδέλφεια.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΟΥΔΑΣ: Ο «Μεγαλέξανδρος» του ΠΑΟΚ και του ελληνικού ποδοσφαίρου, ο κορυφαίος των κορυφαίων, ο πρώτος των πρώτων. Ο «Ζευς» των απανταχού ΠΑΟΚτσήδων, με μια έντονη ζωή, που ήταν άρρηκτα συνδεδεμένη με το άσπρο και το μαύρο. Από 12 ετών στα χαλάσματα της Τούμπας μέχρι και σήμερα η καρδιά του χτυπάει για το «Δικέφαλο». Η καριέρα του σημαδεύτηκε από τη διετία 1966-’68 και την περιβόητη (μη) μεταγραφή του στον Ολυμπιακό. Γράφτηκαν και ειπώθηκαν πολλά. Ο ίδιος τα έχει κρατημένα στο πίσω μέρος του μυαλού του και θεωρεί την επιστροφή του στη Θεσσαλονίκη, μετά από δύο χρόνια απραξίας στον Πειραιά, ως την πιο δύσκολη στιγμή που βίωσε στα 30 και βάλε χρόνια στα γήπεδα. Πρωτομάστορας του πρώτου τίτλου, το κύπελλο του 1972, κατέκτησε άλλους δύο τίτλους (κύπελλο 1974, πρωτάθλημα 1976) παίζοντας μέχρι τα 37 του χρόνια ως η απόλυτη ασπρόμαυρη «πριμαντόνα» των ελληνικών γηπέδων. Έφτασε τις 607 (504 πρωτάθλημα, 70 κύπελλο, 33 Ευρώπη) επίσημες συμμετοχές με τη φανέλα του ΠΑΟΚ. Ρεκόρ απλησίαστο και μοναδικό. Με 504 συμμετοχές είναι ο ποδοσφαιριστής με τις περισσότερες συμμετοχές με μια και μόνο ομάδα στην Α’ Εθνική, ενώ με 133 γκολ είναι δεύτερος σκόρερ στην ιστορία του συλλόγου. Σήμερα είναι σύμβουλος του Ιβάν Σαββίδη στην ΠΑΕ ΠΑΟΚ.
ΑΧΙΛΛΕΑΣ ΑΣΛΑΝΙΔΗΣ: Ο ποδοσφαιριστής που έχει καταγωγή από την Τραπεζούντα του Πόντου και άλλαξε τρία επίθετα! Αρχικά λεγόταν «Βελισσαρίδης», στη Ρωσία του Στάλιν έγινε «Ασλάνοφ» και όταν ήρθε στη Θεσσαλονίκη τον είπαν «Ασλανίδη». Γεννήθηκε στις λάσπες της Καλαμαριάς, κι αν δεν γινόταν ποδοσφαιριστής, όπως έλεγε, «θα με είχε φάει η μαρμάγκα…»! Περήφανος Πόντιος, λάτρης του Στέλιου Καζαντζίδη, έχει να πάει πάνω από 30 χρόνια στο γήπεδο, γιατί απλά δε θέλει να δει το όνομά του στη… λίστα της εισόδου. Το καλοκαίρι του 1968, στα 18 του χρόνια, βρέθηκε στον ΠΑΟΚ, συμπληρώνοντας 186 συμμετοχές (55 γκολ) στο πρωτάθλημα και άλλες 22 (12 γκολ) στο κύπελλο . Είναι από τους ποδοσφαιριστές, που έγιναν κομμάτι της ιστορίας της ομάδας στη «χρυσή εποχή». Μετά τα δύο κύπελλα του 1972 και του 1974 ήταν στην ομάδα που το 1976 κατέκτησε το πρωτάθλημα, με ελάχιστες συμμετοχές (12), ενώ εκείνο το καλοκαίρι μετακόμισε στην Αθήνα για τον Παναθηναϊκό. Για πάνω από τρεις δεκαετίες διατηρούσε ονομαστά πατσατζίδικα στην πρωτεύουσα (σε Ρέντη, Ομόνοια, Αγία Παρασκευή), αλλά η κρίση τον χτύπησε, μετακόμισε σ’ ένα χωριό κοντά στη Νικήτη Χαλκιδικής και για ένα μεγάλο διάστημα κάθε Σαββατόβραδο διατηρούσε τη δική του εκπομπή, με τον τίτλο «Βραδιάζει», σε ραδιοφωνικό σταθμό της Θεσσαλονίκης.
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΚΕΡΜΑΝΙΔΗΣ: Η πρώτη από τις δύο αλλαγές του Λες Σάνον, στο 68ο λεπτό πέρασε στη θέση του Ασλανίδη. Γεννήθηκε στην Πολωνία, μετανάστευσε μαζί με την οικογένεια του στην Ουγγαρία και το 1973 οι έξυπνοι χειρισμοί της διοίκησης του ΠΑΟΚ τον έφεραν στην Τούμπα, αν και τον διεκδικούσαν Παναθηναϊκός και Ολυμπιακός. Αγωνίστηκε ως το 1981 με την ασπρόμαυρη φανέλα σε 233 αγώνες και σημείωσε 59 γκολ, ενώ στέφθηκε κυπελλούχος Ελλάδας (1974) και πρωταθλητής (1976). Το 1997 ήταν στο πλευρό του (προπονητή) Αγγελου Αναστασιάδη ως γενικός αρχηγός του ποδοσφαιρικού τμήματος, υπήρξε διοικητικό στέλεχος, ενώ μετά το τέλος της καριέρας του ασχολήθηκε με την προπονητική. Εχει δημιουργήσει τη δική του ακαδημία ποδοσφαίρου, που ονομάζεται Bebides 2000.
ΒΑΣΙΛΗΣ ΛΑΖΟΣ: Η δεύτερη αλλαγή στο 81ο λεπτό, πέρασε στη θέση του Σαράφη. Αποκτήθηκε από τον Μέγα Αλέξανδρο το καλοκαίρι του 1967, μια μεταγραφή που πέρασε από «χίλια κύματα» μέχρι να ολοκληρωθεί, αντί του αστρονομικού ποσού για την εποχή των 350.000 δραχμών. Ευτύχησε να σκοράρει στο ντεμπούτο του με την ασπρόμαυρη φανέλα σ’ ένα παιχνίδι κόντρα στο Αιγάλεω, ενώ μέχρι το 1975 μέτρησε 157 συμμετοχές και 9 γκολ, ενώ ήταν στις ομάδες, που κατέκτησαν τα δύο κύπελλα το 1972 και το 1974. Στο πρώτο ματς με τη Λυών στο «Ζερλάν» αγωνίστηκε βασικός στη θέση του τιμωρημένου Γιώργου Κούδα, με τον Σάνον να τον εμπιστεύεται κι αυτός να ανταποκρίνεται όντας ένας από τους καλύτερους παίκτες του γηπέδου.