Μακάρι ο αείμνηστος Παναγιώτης να ήταν ο τελευταίος νέος άνθρωπος που πάει τόσο άδικα.
Γιατί η ζωή συνεχίζεται, ο ΠΑΟΚ θα βρει κάποιον άλλον να τον αντικαταστήσει, εμείς θα ασχοληθούμε με την επικαιρότητα και πάει λέγοντας.
Μόνο η οικογένεια θα κουβαλάει για πάντα αυτήν την απώλεια.
Το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να τον θυμόμαστε, να μην τον ξεχάσουμε....
ΚΑΛΟ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟ
Έφυγε ο λεβέντης, ο ευθυτενής, ένας άνθρωπος ειλικρινής και ντόμπρος, δεν είναι πια κοντά μας. Δεν άντεξε. Ήθελε πολλά ακόμη να ζήσει. Προδόθηκε από το πάθος του για την ομάδα που λάτρευε. Δεν μπόρεσε να το περιορίσει.
Αγχωνόταν υπερβολικά κάθε φορά που έχανε ο ΠΑΟΚ. Δεν κοιμόταν τα βράδια. Ο τελευταίος του μήνας ήταν ένας Γολγοθάς. Ο ίδιος, ελάχιστα εκμυστηρευόταν στους πιο κοντινούς του ανθρώπους. Λίγα λόγια έλεγε, που δεν τον ανακούφισαν.
Άριστος οικογενειάρχης, μεγάλωσε με την σύζυγο του την Ρίτσα, τρία παιδιά διαμάντια. Την Αναστασία, την Πηνελόπη και τον Αλέξανδρο. Με τον ΠΑΟΚ παθιασμένος. Δεν ξεκολλούσε. Από το 2007 όταν ανέλαβε ο Ζαγοράκης με λαϊκή εντολή την ομάδα, ήταν δίπλα του από την πρώτη στιγμή: «Θόδωρε, ότι κι αν θέλεις, είμαι στην διάθεσή σου, για τον ΠΑΟΚ μας». Ήταν ανελλιπώς στις διοικήσεις του ΠΑΟΚ που ακολούθησαν με μοναδική εξαίρεση ένα διάστημα λίγων μηνών όπου αποχώρησε μαζί με άλλα μέλη της τότε διοίκησης. Επανήλθε και πάλι με τον Σαββίδη και από τότε ήταν εκεί. Πιστός, παθιασμένος έως το τέλος.
Στον τελικό του κυπέλλου είχε να κοιμηθεί τρία μερόνυχτα. Το περιέγραφαν τα υπόλοιπα μέλη της διοίκησης που τον έζησαν και το έλεγαν με θαυμασμό. Με τα δύο τηλέφωνα στα χέρια του, συντόνιζε την κάθοδο 25000 ΠΑΟΚτσήδων στην Αθήνα για τον τελικό του ΟΑΚΑ. Μετά την απώλεια του κυπέλλου ήταν ράκος ψυχολογικά. Το ίδιο συνέβαινε και μετά από αρνητικά αποτελέσματα. Δεν μπορούσε να κοιμηθεί.
Πριν από το τελευταίο παιχνίδι των πλέι οφ με τον Παναθηναϊκό στην άδεια Τούμπα, ήταν μπροστάρης στην πορεία διαμαρτυρίας των οπαδών του ΠΑΟΚ από την Καμάρα έως το γήπεδο. Ήταν μπροστά από το μεγάλο πανό που κρατούσαν οπαδοί και ο Σαββίδης. Και εκεί, μάλωνε τους λίγους αμετανόητους που προκαλούσαν ανεξήγητα υλικές φθορές σε σταθμευμένα αυτοκίνητα κατά την διάρκεια της πορείας. Φώναζε, φώναζε και κάποια στιγμή είπε: Δεν μπορώ άλλο.
Τον ρώτησε ο γιός του τι έχει και απάντησε: «Δεν αισθάνομαι καλά Αλέξανδρε». Εκείνο ήταν το πρώτο μήνυμα.
Πέρασαν λίγες ημέρες και το βράδυ της περασμένης Τρίτης αισθάνθηκε έντονους πόνους στο στήθος και μούδιασμα του αριστερού του χεριού. Ενημέρωσε την σύζυγο του, πήγαν μαζί σε δημόσιο εφημερεύον νοσοκομείο. Του έκαναν εξετάσεις.δεν βρήκαν τίποτα. Τον πήρε από το χέρι ο αδελφός του, ο Γιώργος (γνωστός Ολυμπιονίκης) και πήγαν στην Γενική κλινική. Εκεί εργάζεται γνωστός γιατρός. Μόλις μπήκε στο ασανσέρ της κλινικής, αισθάνθηκε αδιαθεσία: «Σβήνω Ρίτσα», αναφώνησε στην γυναίκα του. Για καλή του τύχη, εκείνη την στιγμή, το ασανσέρ σταμάτησε στον όροφο της εντατικής μονάδας στην κλινική. Τον έβαλαν αμέσως μέσα. Και λίγο αργότερα διαπιστώνοντας πως έχει ανεύρυσμα στην άνω αορτή άρχισε η επέμβαση. Η οποία κράτησε 12 και πλέον ώρες που τον εξουθένωσε. Οι επιπλοκές όμως ήταν άμεσες. Λίγες ώρες αργότερα υπέστη εγκεφαλική αιμορραγία, ανέβασε πυρετό. Οι γιατροί τον «πάγωσαν» στους - 20 βαθμούς για να λειτουργήσουν τα όργανά του. Αργότερα διαπίστωσαν πως η καρδιά του αντέχει, λειτουργεί κανονικά. Υπήρχε όμως, αυξημένο πρόβλημα στον εγκέφαλο. Έπρεπε να πάρουν μια απόφαση, έπρεπε να του κάνουν μαγνητική στον εγκέφαλο για να δουν που είναι το πρόβλημα και που πρέπει να τον εγχειρήσουν.
Μόλις διαπίστωσαν πως οι κόρες των ματιών του δεν ανταποκρίνονταν, τον κατέβασαν με ρίσκο στον τομογράφο, σε άλλο όροφο και ύστερα τον ανέβασαν και πάλι. Δεν μπορούσε όμως να αντέξει. Είχε μεγάλη πίεση. Έφυγε απλά, όπως ήταν απλός σαν άνθρωπος. Με πάθη βεβαίως, για την οικογένειά του, για τον ΠΑΟΚ, για τον Ποντιακό ελληνισμό.
Ακόμη και όταν μάλωνε με κάποιους, δεν κρατούσε κακία. Τον σέβονταν οι αντίπαλοί του.
Ήθελε να δει τον ΠΑΟΚ πρωταθλητή εκ νέου, κυπελλούχο, στα αστέρια του Τσάμπιονς Λίγκ. Από εκεί ψηλά, είμαι βέβαιος πως θα τα δει όσα δεν είδε σαν θνητός τα τελευταία χρόνια.
Στο άκουσμα της δυσάρεστης είδησης, εκατοντάδες άνθρωποι ξέσπασαν σε λυγμούς. Δεν μπορούσαν να το πιστέψουν. Προσπαθούσαν να παρηγορήσουν την σύζυγο του, τα παιδιά του, τον αδελφό του, τους γονείς του. Και τι να πεις αλήθεια, τέτοιες ώρες...
Η απώλειά του, τεράστια. Ο Σαββίδης δεν το πίστευε. Τον λάτρευε. Έλεγε μάλιστα πως ήταν υπερήφανος που είχε αυτόν τον Πόντιο, δίπλα του στην διοίκηση. Δεν υπάρχουν λόγια να περιγράψουμε όλα όσα ζήσαμε με τον Παναγιώτη όλα αυτά τα χρόνια, της έντονης ενασχόλησής του με τον ΠΑΟΚ. Τις περιόδους της προετοιμασίας της ομάδας στο εξωτερικό με την αγωνία για την δημιουργία μιας ισχυρής ομάδας να τον διακατέχει. Στα συνεχόμενα ταξίδια με την αποστολή του Δικεφάλου, σε Ελλάδα και εξωτερικό. Όπου έπαιζε ο ΠΑΟΚ, ήταν εκεί. Και πολύ παλαιότερα. Πριν αναλάβει πόστο στην διοίκηση του ΠΑΟΚ.
Θυμάμαι πως μαζί με τον κουμπάρο του Παύλο Σαλτσίδη όργωναν τα γήπεδα όπου έπαιζε ο ΠΑΟΚ επί σειρά ετών, ακόμη και από την πρώτη χρονιά που είχε αναλάβει ο Αναστασιάδης προπονητής στην Τούμπα.
Μπορούμε να γράψουμε χιλιάδες ακόμη πράγματα, για να τιμήσουμε την μνήμη του. Το συμπέρασμα όμως είναι ένα: Δεν άντεξε, έφυγε από κοντά μας, τον πήρε ο Θεός δίπλα του. Αυτό ήταν το γραφτό του. Εκεί που πάει όμως, δεν θα είναι μόνος. Στην γειτονιά των αγγέλων πάει. Και από εκεί ψηλά θα καμαρώνει, θα παρακολουθεί, θα βλέπει. Ας αναπαύσει ο μεγαλοδύναμος την ψυχούλα του.
You are not allowed to view links.
Register or
Login You are not allowed to view links.
Register or
Login